Άγιος Παΐσιος: Η ζωή του, τα θαύματα, η ασθένεια και η κοίμησή του

Άγιος Παΐσιος

Ο Άγιος Παΐσιος ο Αγιορείτης, κατά κόσμον Αρσένιος Εζνεπίδης, γεννήθηκε στις 25 Ιουλίου 1924 στα Φάρασα της Καππαδοκίας. Υπήρξε μια από τις πιο φωτεινές μορφές του 20ού αιώνα στην Ορθόδοξη Εκκλησία, και το έργο του συγκίνησε βαθιά χιλιάδες ανθρώπους. Αγιοκατατάχθηκε επίσημα από το Οικουμενικό Πατριαρχείο στις 13 Ιανουαρίου 2015, και η μνήμη του τιμάται κάθε χρόνο στις 12 Ιουλίου, ημέρα της κοίμησής του.

Ο Παΐσιος ήταν ένα από τα δέκα παιδιά του Προδρόμου και της Ευλογίας (ή Ευλαμπίας) Εζνεπίδη. Ενώ τα πρώτα του αδέλφια γεννήθηκαν στα Φάρασα, τα δύο μικρότερα γεννήθηκαν στην Κόνιτσα, όπου εγκαταστάθηκε η οικογένεια μετά τον ξεριζωμό του 1924 στο πλαίσιο της ελληνοτουρκικής ανταλλαγής πληθυσμών. Ο μικρός Αρσένιος βαφτίστηκε στις 7 Αυγούστου 1924 από τον Άγιο Αρσένιο τον Καππαδόκη, ο οποίος του έδωσε το δικό του όνομα, λέγοντας πως ήθελε να αφήσει έναν καλόγερο στη θέση του. Λίγες εβδομάδες μετά, η οικογένεια κατέφθασε στην Ελλάδα, φτάνοντας στον Πειραιά και στη συνέχεια εγκαταστάθηκε προσωρινά στην Κέρκυρα, για να καταλήξει στην Κόνιτσα, όπου ο μικρός Αρσένιος τελείωσε το δημοτικό με άριστη διαγωγή και καλή επίδοση.

MΑΘΕ ΤΑ ΠΑΝΤΑ ΓΙΑ ΤΑ ΖΩΔΙΑ

Από πολύ νωρίς φάνηκε η αγάπη του για τον μοναχικό βίο. Κρατούσε πάντα μαζί του ένα τετράδιο, όπου κατέγραφε τα θαύματα του Αγίου Αρσενίου, ενώ οι γονείς του τον πείραζαν λέγοντας πως θα τον άφηναν να γίνει μοναχός μόλις μεγάλωνε και έβγαζε γένια.

Τα πρώτα χρόνια και η στρατιωτική θητεία

Πριν εισέλθει στον μοναχισμό, εργάστηκε ως ξυλουργός και συχνά κατασκεύαζε φέρετρα χωρίς να δέχεται πληρωμή, συμπονώντας τους φτωχούς συνανθρώπους του. Το 1948 υπηρέτησε στον στρατό ως ασυρματιστής κατά τον ελληνικό εμφύλιο πόλεμο. Αυτή η εμπειρία του ενέπνευσε τον παραλληλισμό των μοναχών με τους “ασυρματιστές του Θεού”, οι οποίοι μεταδίδουν πνευματικά μηνύματα μέσω της προσευχής. Απολύθηκε το 1949 και λίγο αργότερα ξεκίνησε τον μοναχικό του δρόμο.

Η είσοδός του στον μοναχισμό

Αμέσως μετά την απόλυσή του, επισκέφθηκε για πρώτη φορά το Άγιο Όρος. Αν και επέστρεψε για λίγο στον κόσμο για να φροντίσει τις αδελφές του, το 1950 εγκαταστάθηκε πλέον οριστικά εκεί. Πρώτη του στάση ήταν η σκήτη του Αγίου Παντελεήμονα και στη συνέχεια η Μονή Εσφιγμένου, όπου το 1954 έλαβε το πρώτο μοναχικό όνομα, Αβέρκιος. Γρήγορα διακρίθηκε για τη μεγάλη του ταπεινότητα, την υπακοή, αλλά και την προσευχητική του ζωή. Ανάμεσα στα πνευματικά του αναγνώσματα ξεχωριστή θέση είχαν οι Πατέρες της Ερήμου και ο Αββάς Ισαάκ ο Σύρος.

ΜΑΘΕ ΤΑ ΠΑΝΤΑ ΓΙΑ ΤΟΝ BIG BROTHER

Κατόπιν μετέβη στη Μονή Φιλοθέου, όπου γνώρισε τον Γέροντα Συμεών, που επηρέασε βαθιά τον πνευματικό του δρόμο. Στις 3 Μαρτίου 1957 έλαβε το “Μικρό Σχήμα” και το όνομα Παΐσιος, προς τιμήν του Μητροπολίτη Καισαρείας Παϊσίου του Β΄, ο οποίος επίσης καταγόταν από την Καππαδοκία.

Η προσφορά του στην Κόνιτσα και η διακονία στο Σινά

Το 1958, οδηγούμενος από εσωτερική έμπνευση, εγκαταστάθηκε στο μοναστήρι των Γενεθλίων της Θεοτόκου στο Στόμιο Κονίτσης. Εκεί ασχολήθηκε με το έργο της ενίσχυσης των φτωχών και πονεμένων ανθρώπων, ενώ προσπαθούσε να φέρει κοντά στην Ορθοδοξία και όσους είχαν απομακρυνθεί από αυτήν. Έμεινε εκεί για τέσσερα χρόνια και αγαπήθηκε ιδιαίτερα από τον τοπικό πληθυσμό.

Το 1962 μετέβη στην Ιερά Μονή Αγίας Αικατερίνης στο Σινά, όπου έζησε για δύο χρόνια στο κελί των Αγίων Γαλακτίωνος και Επιστήμης. Εκεί διακόνησε και τους Βεδουίνους, μοιράζοντας τρόφιμα που αγόραζε από την πώληση ξύλινων σταυρών που έφτιαχνε με τα χέρια του.

Επιστροφή στο Άγιο Όρος και πνευματική παρακαταθήκη

Το 1964 επέστρεψε στο Άγιο Όρος και εγκαταστάθηκε στη Σκήτη Τιμίου Προδρόμου των Ιβήρων, όπου υποτάχθηκε στον Ρώσο μοναχό Τύχωνα, τον οποίο φρόντισε μέχρι την κοίμησή του το 1968. Μετά τον θάνατο του Γέροντα Τύχωνα, παρέμεινε στο κελί του για έντεκα χρόνια. Την ίδια χρονιά έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην αναδιοργάνωση της Ιεράς Μονής Σταυρονικήτα, προτρέποντας τον Βασίλειο Γοντικάκη να αναλάβει ως ηγούμενος.

Ο Άγιος Παΐσιος μιλούσε πάντοτε με σεβασμό και συγκίνηση για τον Γέροντά του, ενώ σε όλη του τη ζωή συνέχισε να προσεύχεται αδιάλειπτα, να διδάσκει, να στηρίζει ψυχικά τους ανθρώπους και να τους καθοδηγεί πνευματικά.

Η δοκιμασία της ασθένειας και η κοίμησή του

Στα τέλη της δεκαετίας του 1980, η υγεία του Αγίου Παϊσίου άρχισε να παρουσιάζει επιδείνωση. Πονούσε συχνά, αλλά δεν παραπονιόταν ποτέ. Είχε απόλυτη εμπιστοσύνη στο θέλημα του Θεού και αντιμετώπιζε με γενναιότητα τον πόνο, θεωρώντας τον ευκαιρία για περισσότερη πνευματική προσφορά. Το καλοκαίρι του 1993, ενώ βρισκόταν στο Ησυχαστήριο της Σουρωτής, διαγνώστηκε με καρκίνο του παχέος εντέρου.

Παρά τις συνεχείς ενοχλήσεις και τον έντονο σωματικό πόνο, δεν επέλεξε την επιστροφή στο Άγιο Όρος, αλλά θέλησε να παραμείνει κοντά στους ανθρώπους που βοηθούσε πνευματικά όλα τα προηγούμενα χρόνια. Νοσηλεύτηκε για λίγο στο Θεαγένειο Νοσοκομείο της Θεσσαλονίκης, όπου και υπεβλήθη σε χειρουργική επέμβαση, την οποία υπέμεινε σιωπηλά και με προσευχή.

Ο Άγιος Παΐσιος εκοιμήθη στις 12 Ιουλίου 1994, σε ηλικία 69 ετών, αφήνοντας πίσω του ένα τεράστιο πνευματικό αποτύπωμα. Η ταφή του έγινε στο Ιερό Ησυχαστήριο του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου στη Σουρωτή Θεσσαλονίκης, όπου μέχρι και σήμερα χιλιάδες άνθρωποι συρρέουν καθημερινά στον τάφο του, αναζητώντας παρηγοριά και ελπίδα.

Πνευματική παρακαταθήκη και θαύματα

Ο Άγιος Παΐσιος δεν άφησε πίσω του μόνο προσευχές και ευχές, αλλά και έναν θησαυρό πνευματικών διδαχών. Οι λόγοι του έχουν καταγραφεί και κυκλοφορούν σε τόμους που μεταφέρουν τις σκέψεις, τις εμπειρίες και τις αποκαλύψεις του. Ξεχωρίζουν για την απλότητα, τη βαθιά σοφία και τη θεόπνευστη καθοδήγηση που προσφέρουν.

Η φήμη του ως σύγχρονου Αγίου άρχισε να εξαπλώνεται ραγδαία ήδη από τα χρόνια πριν την κοίμησή του. Πολλοί επισκέπτονταν το κελί του στο Άγιο Όρος αναζητώντας συμβουλές και στήριξη, και αρκετοί μαρτυρούν προσωπικές εμπειρίες θαυμάτων, θεραπειών και πνευματικών αποκαλύψεων που σχετίζονται με τον Γέροντα. Ανάμεσά τους υπάρχουν αναφορές για ιάσεις ασθενειών, παρηγοριά σε δύσκολες στιγμές, αλλά και για τη θαυματουργική του παρουσία ακόμα και μετά την κοίμησή του.

Η μορφή του Αγίου Παϊσίου έχει εμπνεύσει εκατομμύρια ανθρώπους σε ολόκληρο τον κόσμο, όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και σε πολλές άλλες χώρες όπου τιμάται θερμά. Ο ίδιος, με την απλότητα, την ταπεινότητα και την αληθινή αγάπη προς τον Θεό και τον συνάνθρωπο, κατέκτησε τις καρδιές πιστών και απίστων.

Η αγιοκατάταξη και η παγκόσμια απήχηση

Η επίσημη αγιοκατάταξη του Παϊσίου έγινε στις 13 Ιανουαρίου 2015 από το Οικουμενικό Πατριαρχείο, επί Πατριάρχου Βαρθολομαίου. Το όνομά του προστέθηκε στο Αγιολόγιο της Ορθόδοξης Εκκλησίας, και η μνήμη του τιμάται κάθε χρόνο στις 12 Ιουλίου με πλήθος λατρευτικών εκδηλώσεων σε ναούς και μονές ανά την Ελλάδα και το εξωτερικό.

Ο Άγιος Παΐσιος παραμένει μέχρι σήμερα ένας από τους πιο αγαπητούς και δημοφιλείς σύγχρονους Αγίους. Λόγοι του έχουν κυκλοφορήσει σε δεκάδες γλώσσες, και η ζωή του έχει εμπνεύσει ακόμα και τηλεοπτικές και θεατρικές μεταφορές. Πλήθος ναών είναι αφιερωμένοι σε αυτόν, ενώ το Ησυχαστήριο της Σουρωτής έχει μετατραπεί σε έναν από τους σημαντικότερους προσκυνηματικούς προορισμούς της Ορθοδοξίας.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:

Έχετε άγχος για την επίδοσή σας στο σεξ; Πώς να το ξεπεράσετε;

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ...